Η φράση που αποδίδεται στον Κωνσταντίνο
Καραμανλή, ότι «οι πρωθυπουργοί δεν
πηγαίνουν στη φυλακή, πηγαίνουν στο σπίτι τους», υπόλειμμα ενός
κοινοβουλευτισμού του παρελθόντος, σήμερα δεν βρίσκει κανένα κοινωνικό,
πολιτικό ή επιστημονικό έρεισμα. Ωστόσο, το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο φαίνεται
να μην απέχει ουσιωδώς από μία αντίστοιχη θεώρηση, πολλαπλά παρωχημένη:
Πρώτον, στηρίζεται σε μία ελιτιστική αντίληψη,
που θέτει το πολιτικό υπεράνω του κοινωνικού, με αποτέλεσμα οι Υπουργοί και
Υφυπουργοί να αντιμετωπίζονται ηπιότερα από τον ποινικό νόμο, το κατεξοχήν
πεδίο εφαρμογής της επιταγή της ισότητας. Η πολιτική (και εκλογική)
αποδοκιμασία θεωρείται ως η βαρύτερη ποινή την οποία μπορεί να υποστεί ένας
πολιτικός.
Δεύτερον, αναφέρεται σε μία τελείως διαφορετική
μορφή κράτους, αναγόμενη στην εποχή του «κλασικού» κοινοβουλευτισμού, πριν την
καθιέρωση του κοινωνικού κράτους και την ανάληψη πρωτοβουλιών εκ μέρους του
δημοσίου στον χώρο της ιδιωτικής οικονομίας. Τότε, οι κρατικές δραστηριότητες
ήταν εξαιρετικά περιορισμένες και αφορούσαν κατά κανόνα ζητήματα εντασσόμενα
στον πυρήνα της κρατικής λειτουργίας, καθιστώντας επομένως σημαντικότερη την
πολιτική έναντι της ποινικής διάστασης.
Τρίτον, προϋποθέτει ότι ο εκάστοτε Υπουργός είναι
απλώς ο προϊστάμενος ενός σταθερού και πολιτικά ουδέτερου υπηρεσιακού
μηχανισμού (όπως ιδίως στις χώρες-ορόσημα του «κλασικού» κοινοβουλευτισμού
παλιότερα). Ο μηχανισμός αυτός, λειτουργώντας με όρους νομιμότητας, με
γραφειοκρατικά και τεχνοκρατικά κριτήρια, θεωρούνταν απίθανο να εισηγείται
ποινικά κολάσιμες αποφάσεις στον Υπουργό.
Σήμερα, ωστόσο, οι παραπάνω παραδοχές που
αποτελούν τη βάση του ισχύοντος πλαισίου για την ποινική ευθύνη των Υπουργών
δεν ισχύουν:
Η εδραίωση της ισότητας όλων έναντι του νόμου και η υπέρβαση της διάκρισης των κυβερνητικών
ελίτ από την αδιαφοροποίητη μάζα των κυβερνωμένων καθιστά αδιαπραγμάτευτο το
αίτημα της όμοιας νομικής αντιμετώπισης όμοιων περιστάσεων. Εξάλλου, το κράτος
επεκτείνεται πλέον σε μία σειρά οικονομικών δράσεων ιδιωτικού τύπου, με
την παροχή υπηρεσιών, την εκτέλεση έργων, τη σύναψη συμβάσεων και την ανάληψη
επιχειρηματικών δραστηριοτήτων. Δεν είναι λοιπόν καθόλου λίγες οι πράξεις που
ανάγονται μεν στα καθήκοντα ενός Υπουργού, πλην όμως δεν διαφέρουν ποιοτικά σε
τίποτα από τη δράση των ιδιωτών και άρα δεν συντρέχει λόγος διαφορετικής
ποινικής αντιμετώπισης, πολύ περισσότερο όταν πρόκειται για πρώην Υπουργό.
Άλλωστε, είναι γνωστή η «άλωση» του κρατικού
μηχανισμού από τις στρατιές των πάσης φύσεως συμβούλων, η επιλογή των οποίων
δεν ελέγχεται από κανέναν και δεν λογοδοτούν πουθενά, πλην του εκάστοτε
Υπουργού, καθώς και η συνεργασία του Δημοσίου με ιδιωτικά γραφεία νομικών και
οικονομικών συμβούλων. Επομένως, ο Υπουργός δεν είναι απλώς ο αποδέκτης των
υπηρεσιακών εισηγήσεων, αλλά έχει μόνος αυτός δια των άμεσων συνεργατών του την
ευθύνη των επιλογών και των πράξεών του.
Όλα τα παραπάνω καταδεικνύουν ότι η ριζική
μεταρρύθμιση του νομοθετικού πλαισίου για την ποινική ευθύνη των Υπουργών
επιβάλλεται όχι μόνο από το «κοινό περί δικαίου αίσθημα», αλλά και από την ίδια
τη σύγχρονη πραγματικότητα. Πράγματι, ο μετασχηματισμός του κράτους και η
αυξανόμενη διαπλοκή των κομμάτων διακυβέρνησης με μεγάλα οικονομικά συμφέροντα
έχει οδηγήσει τα τελευταία χρόνια σε ραγδαία αύξηση των υπουργικών «σκανδάλων»
και σε αντίστοιχη αύξηση της κοινωνικής δυσφορίας.
Επιπλέον όμως, οι παραπάνω επισημάνσεις
αποδεικνύουν ότι ο δραστικός περιορισμός της ευνοϊκής ποινικής μεταχείρισης των
μελών της Κυβέρνησης, με εξαίρεση ίσως τις πράξεις που ανάγονται στον «σκληρό» πυρήνα
της κρατικής εξουσίας, δεν αρκεί για την εξυγίανση του πολιτικού
συστήματος. Απαιτείται μία ευρύτερη μεταρρύθμιση που θα περιλαμβάνει, εκτός των
άλλων, και μία τελείως άλλη αντίληψη περί της στελέχωσης και λειτουργίας του
δημόσιου τομέα, με εμπιστοσύνη στους κατασυκοφαντημένους σήμερα υπαλλήλους, με
συστήματα προληπτικού ελέγχου που να αποτρέπουν την παρανομία εν τη γενέσει
της, με ανοιχτές διαδικασίες που να διευκολύνουν τον διαρκή κοινοβουλευτικό και
κοινωνικό έλεγχο.
Δημοσιεύτηκε στη στήλη "Συναντήσεις" της εφημερίδας "Αυγή" (17/1/2013)
ΑπάντησηΔιαγραφή