Δευτέρα 3 Φεβρουαρίου 2014

Περί δημοκρατίας, μειοψηφιών και πλειοψηφιών...

...ή μερικές σκέψεις για τη λειτουργία του ΣΥΡΙΖΑ με αφορμή την πρόσφατη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του.


Δεν πρόλαβε καλά-καλά να ολοκληρωθεί η διαδικασία της συζήτησης και της ψηφοφορίας στην Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ, σχετικά με τις υποψηφιότητες και την εκλογική τακτική του κόμματος στις Περιφέρειες και το Δήμο της Αθήνας, και ήδη το διαδίκτυο είχε γεμίσει με "αφορισμούς" και "αναθέματα", σχετικά όχι τόσο με την ουσία της πρότασης, όσο με τη διαδικασία που ακολουθήθηκε.
Από την "Iskra" μέχρι το "Πρώτο Θέμα", δεν είναι λίγα τα ΜΜΕ που επέλεξαν να σχολιάσουν την επιλογή της πλειοψηφίας της Κ.Ε. να εγκριθούν ως ενιαίο σύνολο οι 13+1 προτάσεις για τις Περιφέρειες και το Δήμο Αθηναίων. Αν, ωστόσο, από ορισμένα ΜΜΕ - στην καλύτερη μεν περίπτωση μη εξοικειωμένα με την παράδοση και τη λειτουργία του ΣΥΡΙΖΑ, στη χειρότερη δε απολύτως στρατευμένα στον επικοινωνιακό πόλεμο εναντίον του - δεν θα μπορούσε κανείς να περιμένει κάτι καλύτερο, δεν ισχύει το ίδιο και με όσα ειπώθηκαν μέσα και κυρίως έξω από την αίθουσα της συνεδρίασης της Κ.Ε. από τους..."παροικούντες την Ιερουσαλήμ" της ανανεωτικής και ριζοσπαστικής Αριστεράς.

Για να μη δημιουργούνται, λοιπόν, εντυπώσεις και για να δώσουμε μία ευρύτερη διάσταση στο ζήτημα, είναι μάλλον χρήσιμες δύο παρατηρήσεις.

Παρατήρηση πρώτη : Παραδοσιακά, τα δημοκρατικά συστήματα διακυβέρνησης ενός οποιουδήποτε συλλογικού οργανισμού (κράτους, τοπικής αυτοδιοίκησης, σωματείου, κόμματος κ.λπ.) διακρίνονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες : Αφ' ενός μεν τα "ανταγωνιστικά", όπου βασική αρχή είναι η αντιπαράθεση και η σύγκρουση μεταξύ αντιτιθέμενων συμφερόντων/απόψεων και όπου η κεντρική έννοια είναι αυτή της (αριθμητικής) πλειοψηφίας - ακόμα και συγκυριακής - η οποία παίζει και τον καθοριστικό ρόλο στη λήψη της απόφασης. Αφ' ετέρου δε τα "συναινετικά", όπου βασική αρχή είναι η συνδιαλλαγή, η συνδιαμόρφωση και η αναζήτηση κοινών τόπων και όπου η τελική απόφαση διαμορφώνεται βάσει της διαδικασίας της συναίνεσης (ή, επί το λατινικότερο και πιο διαφωτιστικό εννοιολογικά, του consensus), χωρίς να είναι απαραίτητο να υπάρχει μία συμπαγής πλειοψηφία [1].
Όπως είναι προφανές, σε καθεμία από τις παραπάνω περιπτώσεις, η έμφαση δίνεται σε διαφορετικό στάδιο της διαδικασίας λήψης απόφασης. Ενώ στο πλαίσιο ενός ανταγωνιστικού συστήματος η έμφαση δίδεται στην τελική διαδικασία, μέσω κάποιου είδους ψηφοφορίας, στα συναινετικά συστήματα μεγαλύτερη βαρύτητα έχει η διαδικασία της συζήτησης και της συνδιαλλαγής για τη διαμόρφωση της πρότασης, η τελική έγκριση της οποίας είναι περισσότερο "τυπική".
Διαφορετικά επίσης "φωτίζονται" σε κάθε περίπτωση και τα δικαιώματα της μειοψηφίας. Ενώ στα ανταγωνιστικά συστήματα η μειοψηφία δικαιούται απλώς να καταγραφεί, στα συναινετικά δικαιούται να ακουστεί και να ληφθεί υπόψη στο πλαίσιο μιας διαπραγμάτευσης [2].

Παρατήρηση δεύτερη : Σε οποιαδήποτε συλλογικότητα, η πλειοψηφία και η μειοψηφία μπορεί να νοηθεί είτε ως συγκυριακή (στο πλαίσιο λ.χ. μίας ψηφοφορίας) είτε ως (ημι)μόνιμη και συγκροτημένη έννοια και δομή (όπως λ.χ. συμβαίνει με τα διαφορετικά κόμματα - συμπολιτευόμενα και αντιπολιτευόμενα - εντός του κοινοβουλίου).
Όπως είναι προφανές, χωρίς βέβαια να τέμνονται απολύτως, η συγκυριακή πλειοψηφία "ταιριάζει" πιο πολύ στην ανταγωνιστική λειτουργία της δημοκρατίας, ενώ μέσω του συναινετικού συστήματος διαμορφώνονται και εκφράζονται καλύτερα συγκροτημένες και σχετικά "σταθερές" μειοψηφικές ή πλειοψηφικές ομάδες.


Ως γνωστόν, τόσο ιστορικοί λόγοι (το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως και παλιότερα ο ΣΥΝ, προέκυψε ως συνεργασία διαφορετικών ιστορικών ρευμάτων της Αριστεράς), όσο και πολιτικές επιλογές (η αναγνώριση των τάσεων, αλλά και η σταδιακή μορφοποίησή τους σε εσωτερικές δομές με ημι-μόνιμα χαρακτηριστικά), έχουν διαμορφώσει για το ΣΥΡΙΖΑ - τουλάχιστον για τα κεντρικά καθοδηγητικά του όργανα - ένα πλαίσιο συναινετικής εσωκομματικής δημοκρατίας, με συγκροτημένες, λίγο ή πολύ, τάσεις στο εσωτερικό του.
Πράγματι, όπως πολύ καλά γνωρίζουν όλοι όσοι έχουν εποπτεία της ιστορίας και του τρόπου λειτουργίας του, στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων, καθ' όλη τη διαδρομή του συγκεκριμένου χώρου, οι προτάσεις προς την Κεντρική Επιτροπή δεν διαμορφώνονταν μονομερώς από την "ηγεσία" ή την πλειοψηφία του κόμματος, αλλά αποτελούσαν προϊόν προηγούμενης εσωτερικής διαβούλευσης τόσο εντός της τάσης ή των τάσεων που συναποτελούσαν την εκάστοτε κομματική πλειοψηφία, όσο και με τα στελέχη που εκπροσωπούσαν την τάση ή τις τάσεις της μειοψηφίας.
Επίσης, σε όλα τα όργανα, αντιπροσωπίες, ψηφοδέλτια κ.λπ., είτε εκλέγονται είτε (δι)ορίζονται, εκπροσωπείται πάντοτε η μειοψηφία, όποια κι αν ήταν αυτή κατά καιρούς, ακόμα και όταν αυτό δεν προβλέπεται ρητά στο καταστατικό, ως μία συνέπεια ακριβώς αυτής της πλουραλιστικής φυσιογνωμίας, αλλά και του συναινετικού μοντέλου λειτουργίας του κόμματος.

Αυτή ήταν και η διαδικασία και το σκεπτικό που ακολουθήθηκε για την κατάρτιση της πρότασης των 13+1 υποψηφίων, που υπήρξε το αποτέλεσμα ενός διπλού συγκερασμού :
Πρώτον, ενός συγκερασμού ουσιαστικού ουσιαστικού, αφού επιδιώχθηκε τα 13+1 πρόσωπα, ως σύνολο να απαντούν στη "μεγάλη" εικόνα που επέλεξε ο ΣΥΡΙΖΑ (ομόφωνα, σε προηγούμενη συνεδρίαση της ΚΕ) να εκπέμψει : πολιτική μάχη, προγραμματικές αιχμές, ανανέωση, διεύρυνση και ταύτιση με τον "κοινωνικό ΣΥΡΙΖΑ" και νικηφόρα προοπτική. Προφανώς, κανείς και καμία εκ των 14 υποψηφίων δεν ταυτίζεται απόλυτα και με τις πέντε παραπάνω πτυχές, ωστόσο ως σύνολο ανταποκρίνονται πράγματι στη συνολική εικόνα που το κόμμα επέλεξε να εκπέμψει. Πάνω σε αυτή τη βάση επιχειρήθηκε να διαμορφωθεί το consensus, η γενική δηλαδή συναντίληψη, η συμφωνία ότι αυτή η πρόταση πράγματι αποτυπώνει τη συνολική κατεύθυνση που είχε συναποφασιστεί, με ένα minimum ανοχής στα επιμέρους όπου υπήρχαν διαφοροποιήσεις.
Δεύτερον - και αυτό είναι που συνήθως παραγνωρίζεται - ενός συμβιβασμού διαδικαστικού και εσωκομματικού, αφού η κατάρτιση της πρότασης έγινε με διαρκείς εσωκομματικές διαβουλεύσεις μεταξύ όλων των πλευρών εντός του κόμματος, πριν κατατεθεί στην τελική της μορφή στην Κεντρική Επιτροπή - δεν είναι δε τυχαίο ότι μεταξύ των 9 κομματικών υποψηφιοτήτων οι 3 προέρχονται από την "Αριστερή Πλατφόρμα". Επομένως, κάθε διατάραξη της εσωτερικής λογικής και "ισορροπίας" που την διείπε θα σήμαινε υπονόμευση όλης της προηγούμενης συνεννόησης και διαβούλευσης και άρα θα απαιτούσε μία εκ νέου διαδικασία διαβούλευσης για την κατάθεση μίας εξολοκλήρου νέας πρότασης.

Πριν, λοιπόν, σπεύσει κανείς να υιοθετήσει τις "καταγγελίες" περί αντιδημοκρατικής μεθόδευσης της πλειοψηφίας της Κ.Ε., μέσω μιας ψηφοφορίας-"πακέτο", η οποία δήθεν ταυτίζεται με την τακτική που ακολουθεί η κυβέρνηση προκειμένου να περάσει όλα τα αντιδημοφιλή, αντιλαϊκά μέτρα σε ένα άρθρο στη Βουλή, θα πρέπει να δει ολόκληρη την πραγματικότητα.
Θα πρέπει, πρώτα απ' όλα, να γνωρίζει τον τρόπο με τον οποίο τόσα χρόνια λειτούργησε μάλλον επιτυχημένα το συναινετικό μοντέλο δημοκρατίας εντός του ΣΥΡΙΖΑ. Εξάλλου, το μοντέλο αυτό εξ ορισμού είναι αυτό που ταιριάζει περισσότερο σε ένα κόμμα, και δη της ριζοσπαστικής Αριστεράς - όπου υπάρχουν ενδεχομένως πολλές διαφορετικές απόψεις και προσεγγίσεις, δεν είναι νοητά  όμως αντιπαραθετικά συμφέροντα στο εσωτερικό του.
Κι έπειτα, θα πρέπει να έχει κατά νου ότι η μετατροπή του εσωτερικού μοντέλου λειτουργίας από "συναινετικό" σε "ανταγωνιστικό", μπορεί ενδεχομένως να δικαίωνε μία διαμάχη όπως η τελευταία, στην περίπτωση που σε κάποια ψηφοφορία διαμορφωνόταν μία συγκυριακή πλειοψηφία αντίθετη προς την άποψη της "ηγεσίας". Μακροπρόθεσμα όμως, η μεταβολή αυτή θα ισχυροποιούσε την εκάστοτε πλειοψηφική ομάδα και όχι τις μειοψηφίες εντός του κόμματος, αφού πλέον - υπό "ανταγωνιστικό" καθεστώς - η πλειοψηφία θα μπορούσε μονομερώς να προτείνει και να αποφασίζει.

Πολλές ψηφοφορίες, δεν αρκούν πάντα και για πολλή δημοκρατία. Τουλάχιστον όχι στα πλαίσια ενός κόμματος της Αριστεράς, όπου ο "εχθρός" βρίσκεται εκτός των τειχών. Θέλει και πολιτικό σχέδιο, διαδικασίες, συναινέσεις τέτοιες, που να μπορούν να συμπεριλάβουν όλο το κόμμα, μειοψηφίες και πλειοψηφίες. Κι αυτή είναι μία δημοκρατική παράδοση που ο ΣΥΡΙΖΑ την έχει. Τα υπόλοιπα απλά δημιουργούν εντυπώσεις...


_________________________________________

[1] Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα των διαδικασιών διαμόρφωσης του περίφημου consensus αποτελούν οι διαδικασίες στο πλαίσιο της Ε.Ε.
[2] Επίσης, δεν μπορεί να αγνοηθεί το γεγονός ότι πολύ συχνά η "μειοψηφία" δεν είναι μία, αλλά περισσότερες, καθεμία επομένως διαθέτει αυτοτελή δικαιώματα όχι μόνο έναντι της πλειοψηφίας, αλλά και έναντι των υπόλοιπων μειοψηφιών.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου