21 Απριλίου 1967. Πέρασαν κιόλας 44 χρόνια από τη μέρα που άνοιξε την τελευταία πράξη του δράματος της μεταπολεμικής ελληνικής πολιτικής ζωής. Μια "μαύρη" επταετία που τη διαδέχθηκε μια Μεταπολίτευση γεμάτη ελπίδες. Που διαψεύστηκαν.
Η περίοδος της δικτατορίας στην Ελλάδα συνέπεσε με την έξαρση μιας πρωτοφανούς ακόμα και σήμερα κινητοποίησης της νεολαίας, τόσο στην Ευρώπη, με το γαλλικό Μάη του '68, όσο και στην Αμερική, με το κύμα αντιδράσεων κατά του πολέμου στο Βιετνάμ. Η ακτινοβολία αυτών των νεανικών εξεγέρσεων, σε συνδυασμό με την καταγεγραμμένη στο συλλογικό υποσυνείδητο του προοδευτικού κόσμου της Ελλάδας εικόνα του ήρωα-αντάρτη και του μάρτυρα-εξόριστου των 20 χρόνων της "κολοβής" μεταπολεμικής ελληνικής δημοκρατίας, αλλά και την παράδοση των αριστερών οργανώσεων νεολαίας (από την ΟΚΝΕ και την ΕΠΟΝ μέχρι τη Νεολαία ΕΔΑ, τους "Λαμπράκηδες" και το "Ρήγα"), δεν μπορούσε να αφήσει την ελληνική νεολαία της εποχής έξω από την πρώτη γραμμή του αντιδικτατορικού αγώνα και στην Ελλάδα, με αποκορύφωμα την κατάληψη της Νομικής και την εξέγερση του Πολυτεχνείου.
Έτσι λοιπόν, γεννήθηκε η "γενιά του Πολυτεχνείου". Οι εικοσάρηδες της επταετίας και σημερινοί εξηντάρηδες. Με τη δυναμική που της έδινε η "αίγλη" της αντίστασης στη χούντα (την οποία φυσικά καρπώθηκε ολόκληρη η τότε νεολαία, παρόλο που στην πραγματικότητα πολύ λίγοι σήκωσαν το βάρος της αντίστασης στη δικτατορία), αλλά και χάρη στο γενικότερο κλίμα διάθεσης για αλλαγή, ελπίδας και "ευφορίας" που χαρακτήρισε την περίοδο της Μεταπολίτευσης, η "γενιά του Πολυτεχνείου" βρέθηκε πολύ γρήγορα στο επίκεντρο.
Όμως...
Στη Μεταπολίτευση, μετά από 30 και πλέον χρόνια συνεχών διώξεων, η Αριστερά φάνηκε πως επιτέλους θα δικαιωνόταν. Παρόλο που (για μια σειρά από λόγους που θα είχε ενδιαφέρον να αποτελέσουν αντικείμενο μιας ευρείας συζήτησης και έρευνας) η κοινωνική επιρροή της δεν κατάφερε να μετουσιωθεί σε εκλογικά ποσοστά ικανά να τη φέρουν στην εξουσία, η Αριστερά των πρώτων μετά τη Μεταπολίτευση χρόνων συσπείρωνε και συγκινούσε το καλύτερο και δυναμικότερο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας : τη νεολαία, τους διανοούμενους, τους επιστήμονες.
Κι αναρωτιέται κανείς. Πού χάθηκε όλη αυτή η δυναμική, αυτή η προοπτική αλλαγής για την ταλαιπωρημένη ελληνική κοινωνία; Πώς φτάσαμε από τις αναπτερωμένες ελπίδες της Μεταπολίτευσης στη σημερινή μαυρίλα;
Πολλοί βιάστηκαν να κατηγορήσουν συνολικά τη "γενιά του Πολυτεχνείου" ως προδότες. Που εκμεταλλεύτηκαν τη διάθεση της κοινωνίας για μια προοδευτική πολιτική αλλαγή για να ανελιχθούν και να "βολευτούν" οι ίδιοι. Ασφαλώς, τα παραδείγματα αυτής της κατηγορίας είναι πολλά. Μπορούμε όμως να στηρίξουμε την κατανόηση μιας ολόκληρης ιστορικής περιόδου στον υποτιθέμενο "κακό χαρακτήρα" μιας ολόκληρης γενιάς; Ασφαλώς όχι.
Κατ' αρχήν η "γενιά του Πολυτεχνείου" δεν ακολούθησε στο σύνολό της την ίδια πορεία. Κάποιοι, πράγματι, "βολεύτηκαν", άσκησαν είτε πολιτική είτε οικονομική εξουσία και σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό ευθύνονται για τη σημερινή κατάσταση. Κάποιοι άλλοι, μάλλον η μεγάλη πλειοψηφία, απογοητεύτηκαν, κουράστηκαν και απομακρύνθηκαν από τη δημόσια ζωή. Πήγαν σπίτι τους, πρόκοψαν σε ό,τι καταπιάστηκαν και παρακολουθούν εκ του μακρώθεν τα τεκταινόμενα στην Αριστερά και ευρύτερα. Και κάποιοι, τραγικά λίγοι, επιμένουν ακόμα "να φυλάττουν Θερμοπύλες".
Το ερώτημα είναι τι φταίει για την πρώτη και τη δεύτερη κατηγορία; Ήταν απλά άπληστοι ή αδύναμοι χαρακτήρες;
Την κατά τη γνώμη μου απάντηση την υπονόησα προηγουμένως. Σε μια εξαιρετικά ευνοϊκή γι' αυτή συγκυρία, όπως ήταν η αμέσως μετά τη Μεταπολίτευση περίοδο, η Αριστερά βρέθηκε αμήχανη και απροετοίμαστη. Ενώ φαινόταν πως η ελληνική κοινωνία ήταν πλέον έτοιμη για την προοδευτική πολιτική μεταστροφή της, η Αριστερά "δείλιασε". Παγιδεύτηκε στις δικές της εσωτερικές αναζητήσεις και επέλεξε τον "εύκολο" ρόλο της αντιπολίτευσης. Αντί να αξιοποιήσει το έμψυχο υλικό που κινούνταν γύρω και εντός των οργανώσεών της, που διέθετε και τις γνώσεις και τη διάθεση "να αλλάξει τον κόσμο", προτίμησε την καταγγελία.
Έτσι, αυτή η δυναμική και απελευθερωμένη σε σχέση με τις προηγούμενες γενιές "γενιά του Πολυτεχνείου" έφτασε μια στιγμή που "δεν χωρούσε" μέσα στο στενό πλαίσιο που έφτιαξε γι' αυτή η Αριστερά. Είχε ιδέες, είχε όρεξη (ναι, κάποιοι είχαν και προσωπικές βλέψεις και δίψα για εξουσία). Κι αφού όλα αυτά δεν μπορούσε να τα διοχετεύσει από κάποια στιγμή και μετά μέσω της Αριστεράς, υπέκυψε στην τρομακτική πίεση που ασκούσε εκείνη την περίοδο η άνοδος του ΠΑΣΟΚ.
Το ΠΑΣΟΚ των πρώτων χρόνων κατάφερε να κάνει αυτό που δεν θέλησε, δεν είδε, δεν μπόρεσε, δεν κατάλαβε ότι έπρεπε να κάνει η Αριστερά. Έδωσε στη "γενιά του Πολυτεχνείου" το βήμα, τη δυνατότητα να εφαρμόσει τις ιδέες της στην πράξη, να κυβερνήσει.
Πλην όμως, επειδή ακριβώς το ΠΑΣΟΚ δεν είχε ούτε τη συλλογική δομή και λειτουργία, ούτε τις αξίες και την παράδοση της Αριστεράς, πολύ γρήγορα μεταλλάχθηκε από προοδευτική στην πλέον συντηρητική ελληνική πολιτική δύναμη. Και μαζί του, η ελπιδοφόρα κάποτε "γενιά του Πολυτεχνείου" κατρακύλησε - με ελάχιστες εξαιρέσεις - είτε στο ατομικό "βόλεμα" είτε στην απογοήτευση και την αδιαφορία.
Κι αν τα γράφω όλα αυτά σήμερα, 44 χρόνια μετά το πραξικόπημα των συνταγματαρχών, είναι γιατί κλείνει ένας χρόνος περίπου από ένα άλλο πιο "κοινοβουλευτικό" πραξικόπημα, αυτό του "Μνημονίου". Κι αν ήδη έχει αρχίσει να διαμορφώνεται μια άλλη νέα γενιά, η "γενιά του Μνημονίου" που σιγά-σιγά προσεγγίζει και πάλι την Αριστερά και τις αξίες της, δεν έχουμε πλέον την πολυτέλεια να τη χάσουμε κι αυτή.
Η περίοδος της δικτατορίας στην Ελλάδα συνέπεσε με την έξαρση μιας πρωτοφανούς ακόμα και σήμερα κινητοποίησης της νεολαίας, τόσο στην Ευρώπη, με το γαλλικό Μάη του '68, όσο και στην Αμερική, με το κύμα αντιδράσεων κατά του πολέμου στο Βιετνάμ. Η ακτινοβολία αυτών των νεανικών εξεγέρσεων, σε συνδυασμό με την καταγεγραμμένη στο συλλογικό υποσυνείδητο του προοδευτικού κόσμου της Ελλάδας εικόνα του ήρωα-αντάρτη και του μάρτυρα-εξόριστου των 20 χρόνων της "κολοβής" μεταπολεμικής ελληνικής δημοκρατίας, αλλά και την παράδοση των αριστερών οργανώσεων νεολαίας (από την ΟΚΝΕ και την ΕΠΟΝ μέχρι τη Νεολαία ΕΔΑ, τους "Λαμπράκηδες" και το "Ρήγα"), δεν μπορούσε να αφήσει την ελληνική νεολαία της εποχής έξω από την πρώτη γραμμή του αντιδικτατορικού αγώνα και στην Ελλάδα, με αποκορύφωμα την κατάληψη της Νομικής και την εξέγερση του Πολυτεχνείου.
Έτσι λοιπόν, γεννήθηκε η "γενιά του Πολυτεχνείου". Οι εικοσάρηδες της επταετίας και σημερινοί εξηντάρηδες. Με τη δυναμική που της έδινε η "αίγλη" της αντίστασης στη χούντα (την οποία φυσικά καρπώθηκε ολόκληρη η τότε νεολαία, παρόλο που στην πραγματικότητα πολύ λίγοι σήκωσαν το βάρος της αντίστασης στη δικτατορία), αλλά και χάρη στο γενικότερο κλίμα διάθεσης για αλλαγή, ελπίδας και "ευφορίας" που χαρακτήρισε την περίοδο της Μεταπολίτευσης, η "γενιά του Πολυτεχνείου" βρέθηκε πολύ γρήγορα στο επίκεντρο.
Όμως...
Στη Μεταπολίτευση, μετά από 30 και πλέον χρόνια συνεχών διώξεων, η Αριστερά φάνηκε πως επιτέλους θα δικαιωνόταν. Παρόλο που (για μια σειρά από λόγους που θα είχε ενδιαφέρον να αποτελέσουν αντικείμενο μιας ευρείας συζήτησης και έρευνας) η κοινωνική επιρροή της δεν κατάφερε να μετουσιωθεί σε εκλογικά ποσοστά ικανά να τη φέρουν στην εξουσία, η Αριστερά των πρώτων μετά τη Μεταπολίτευση χρόνων συσπείρωνε και συγκινούσε το καλύτερο και δυναμικότερο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας : τη νεολαία, τους διανοούμενους, τους επιστήμονες.
Κι αναρωτιέται κανείς. Πού χάθηκε όλη αυτή η δυναμική, αυτή η προοπτική αλλαγής για την ταλαιπωρημένη ελληνική κοινωνία; Πώς φτάσαμε από τις αναπτερωμένες ελπίδες της Μεταπολίτευσης στη σημερινή μαυρίλα;
Πολλοί βιάστηκαν να κατηγορήσουν συνολικά τη "γενιά του Πολυτεχνείου" ως προδότες. Που εκμεταλλεύτηκαν τη διάθεση της κοινωνίας για μια προοδευτική πολιτική αλλαγή για να ανελιχθούν και να "βολευτούν" οι ίδιοι. Ασφαλώς, τα παραδείγματα αυτής της κατηγορίας είναι πολλά. Μπορούμε όμως να στηρίξουμε την κατανόηση μιας ολόκληρης ιστορικής περιόδου στον υποτιθέμενο "κακό χαρακτήρα" μιας ολόκληρης γενιάς; Ασφαλώς όχι.
Κατ' αρχήν η "γενιά του Πολυτεχνείου" δεν ακολούθησε στο σύνολό της την ίδια πορεία. Κάποιοι, πράγματι, "βολεύτηκαν", άσκησαν είτε πολιτική είτε οικονομική εξουσία και σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό ευθύνονται για τη σημερινή κατάσταση. Κάποιοι άλλοι, μάλλον η μεγάλη πλειοψηφία, απογοητεύτηκαν, κουράστηκαν και απομακρύνθηκαν από τη δημόσια ζωή. Πήγαν σπίτι τους, πρόκοψαν σε ό,τι καταπιάστηκαν και παρακολουθούν εκ του μακρώθεν τα τεκταινόμενα στην Αριστερά και ευρύτερα. Και κάποιοι, τραγικά λίγοι, επιμένουν ακόμα "να φυλάττουν Θερμοπύλες".
Το ερώτημα είναι τι φταίει για την πρώτη και τη δεύτερη κατηγορία; Ήταν απλά άπληστοι ή αδύναμοι χαρακτήρες;
Την κατά τη γνώμη μου απάντηση την υπονόησα προηγουμένως. Σε μια εξαιρετικά ευνοϊκή γι' αυτή συγκυρία, όπως ήταν η αμέσως μετά τη Μεταπολίτευση περίοδο, η Αριστερά βρέθηκε αμήχανη και απροετοίμαστη. Ενώ φαινόταν πως η ελληνική κοινωνία ήταν πλέον έτοιμη για την προοδευτική πολιτική μεταστροφή της, η Αριστερά "δείλιασε". Παγιδεύτηκε στις δικές της εσωτερικές αναζητήσεις και επέλεξε τον "εύκολο" ρόλο της αντιπολίτευσης. Αντί να αξιοποιήσει το έμψυχο υλικό που κινούνταν γύρω και εντός των οργανώσεών της, που διέθετε και τις γνώσεις και τη διάθεση "να αλλάξει τον κόσμο", προτίμησε την καταγγελία.
Έτσι, αυτή η δυναμική και απελευθερωμένη σε σχέση με τις προηγούμενες γενιές "γενιά του Πολυτεχνείου" έφτασε μια στιγμή που "δεν χωρούσε" μέσα στο στενό πλαίσιο που έφτιαξε γι' αυτή η Αριστερά. Είχε ιδέες, είχε όρεξη (ναι, κάποιοι είχαν και προσωπικές βλέψεις και δίψα για εξουσία). Κι αφού όλα αυτά δεν μπορούσε να τα διοχετεύσει από κάποια στιγμή και μετά μέσω της Αριστεράς, υπέκυψε στην τρομακτική πίεση που ασκούσε εκείνη την περίοδο η άνοδος του ΠΑΣΟΚ.
Το ΠΑΣΟΚ των πρώτων χρόνων κατάφερε να κάνει αυτό που δεν θέλησε, δεν είδε, δεν μπόρεσε, δεν κατάλαβε ότι έπρεπε να κάνει η Αριστερά. Έδωσε στη "γενιά του Πολυτεχνείου" το βήμα, τη δυνατότητα να εφαρμόσει τις ιδέες της στην πράξη, να κυβερνήσει.
Πλην όμως, επειδή ακριβώς το ΠΑΣΟΚ δεν είχε ούτε τη συλλογική δομή και λειτουργία, ούτε τις αξίες και την παράδοση της Αριστεράς, πολύ γρήγορα μεταλλάχθηκε από προοδευτική στην πλέον συντηρητική ελληνική πολιτική δύναμη. Και μαζί του, η ελπιδοφόρα κάποτε "γενιά του Πολυτεχνείου" κατρακύλησε - με ελάχιστες εξαιρέσεις - είτε στο ατομικό "βόλεμα" είτε στην απογοήτευση και την αδιαφορία.
Κι αν τα γράφω όλα αυτά σήμερα, 44 χρόνια μετά το πραξικόπημα των συνταγματαρχών, είναι γιατί κλείνει ένας χρόνος περίπου από ένα άλλο πιο "κοινοβουλευτικό" πραξικόπημα, αυτό του "Μνημονίου". Κι αν ήδη έχει αρχίσει να διαμορφώνεται μια άλλη νέα γενιά, η "γενιά του Μνημονίου" που σιγά-σιγά προσεγγίζει και πάλι την Αριστερά και τις αξίες της, δεν έχουμε πλέον την πολυτέλεια να τη χάσουμε κι αυτή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου