Δευτέρα 8 Απριλίου 2013

Κατ' ευφημισμόν "βραχιολάκι"


Πρόσφατα το Υπουργείο Δικαιοσύνης έθεσε σε διαβούλευση ένα σχέδιο νόμου[1] σχετικά με τον κατ’ οίκον περιορισμό των κρατουμένων υπό τον όρο της ηλεκτρονικής επιτήρησης, που επικράτησε να περιγράφεται συνοπτικά με τον «χαριτωμένο» όρο «βραχιολάκι».
Και όμως. Παρά τους συνειρμούς που προκαλεί σχετικά με…καλαίσθητα κοσμήματα, και αντίθετα προς τις ελπίδες πολλών κρατουμένων αλλά και όσων αγωνίζονται για τον περιορισμό του εγκλεισμού, την αναμόρφωση του ποινικού και σωφρονιστικού συστήματος και τη βελτίωση των συνθηκών κράτησης, δεν πρόκειται δυστυχώς για μία πρωτοβουλία που έρχεται να αντικαταστήσει τη φυλακή με την ελευθερία. Ποιος άλλωστε θα είχε δίλημμα μεταξύ των δύο;.

Σε σχέση τουλάχιστον με το ηλεκτρονικό «βραχιολάκι», το δίλημμα «φυλακή ή ελευθερία» είναι και στα δύο σκέλη του πλαστό: Αφενός, ποινικός κολασμός δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη «φυλακή». Τα κινήματα για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες και η διεθνής πρακτική έχουν αναδείξει σειρά εναλλακτικών ποινών ή τρόπων έκτισης της ποινής (λ.χ. κοινωνική εργασία, ημιελεύθερη διαβίωση κ.ά.). Αφετέρου, ο κατ’ οίκον περιορισμός (υπό τους αυστηρότατους μάλιστα όρους που προτείνει το Υπουργείο Δικαιοσύνης), συνδυαζόμενος και με ηλεκτρονική επιτήρηση, δεν συνιστά επ’ ουδενί «ελευθερία», αλλά μία φυλακή με καλύτερες συνθήκες διαβίωσης.

Η πρόταση του Υπουργείου Δικαιοσύνης παρουσιάζει σοβαρές αδυναμίες, που στην ουσία υπονομεύουν την όποια θετική πλευρά θα μπορούσε κανείς να δει.
Πρώτα απ’ όλα –στοιχείο απαράδεκτο– το «βραχιολάκι» και ο κατ’ οίκον περιορισμός δεν αφορούν μόνο τους ήδη φυλακισμένους, αλλά και ανθρώπους που είναι (ή θα έπρεπε να είναι) ελεύθεροι: Εκτός των καταδίκων, το σχέδιο νόμου επεκτείνει την εφαρμογή του μέτρου και στους ανήλικους, στους υπόδικους (προσωρινά κρατούμενους) και σε φυλακισμένους που λαμβάνουν άδεια. Δεν είναι δύσκολο κανείς –αν έχει εμπειρία της διαστρέβλωσης και του αυταρχικού τρόπου με τον οποίο εφαρμόζεται ήδη ο θεσμός της προσωρινής κράτησης ή της χορήγησης άδειας– να προβλέψει ότι η «εύκολη» επιλογή της ηλεκτρονικής επιτήρησης θα γίνει αντικείμενο κατάχρησης από μεγάλο μέρος του δικαστικού και σωφρονιστικού συστήματος, όχι για τον περιορισμό της φυλακής, αλλά εις βάρος εκείνων που θα ήταν, έστω και υπό όρους, ελεύθεροι.


Ακόμα όμως και σε σχέση με τους ήδη καταδικασθέντες κρατούμενους, για τους οποίους θα μπορούσε να κριθεί θετικά η υπαγωγή τους σε καθεστώς κατ’ οίκον περιορισμού, η πραγματική ωφέλεια της ρύθμισης, όπως προτείνεται από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, είναι πολύ μικρότερη από ό,τι θα φανταζόταν κάποιος. Συγκεκριμένα:
Πρώτον, η δυνατότητα υπαγωγής στο εν λόγω καθεστώς, δεν αφορά το σύνολο των κρατουμένων, αλλά μόνο όσους έχουν καταδικαστεί για κακούργημα, κι αυτό τη στιγμή που, ιδιαίτερα λόγω της όξυνσης της κρίσης, πολλοί κατηγορούμενοι (κυρίως προερχόμενοι από τα πιο αδύναμα κοινωνικά στρώματα, μετανάστες κ.λπ.), καταλήγουν στη φυλακή ακόμα και για πλημμελήματα. Αφορά, επίσης, ένα μόνο μέρος της συνολικής τους ποινής (από την έκτιση των 2/5 μέχρι τη συμπλήρωση των 3/5 της ποινής).
Δεύτερον, η ελευθερία κινήσεων που δίνεται σε όσους τελικώς υπαχθούν στο καθεστώς αυτό είναι εξαιρετικά περιορισμένη. Δεν πρόκειται δηλαδή για ελεύθερη διαβίωση υπό ηλεκτρονική παρακολούθηση, αλλά για αυστηρό κατ’ οίκον περιορισμό, που αίρεται μόνο για λόγους εργασίας, απεξάρτησης και εκπαίδευσης -- ούτε καν για λόγους στοιχειώδους καθημερινής αυτοεξυπηρέτησης, όπως λ.χ. τα ψώνια στο σουπερμάρκετ ή η επίσκεψη στο γιατρό.
Τρίτον, από τη στιγμή της υπαγωγής σε καθεστώς κατ’ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση, το κράτος παύει να παρέχει στον κρατούμενο έστω και τα ελάχιστα απαραίτητα για τη διαβίωσή του μέσα. Και ναι μεν του παρέχεται η δυνατότητα να εργαστεί, πλην όμως τη στιγμή που η ανεργία στο γενικό πληθυσμό αγγίζει το 30%, οι πραγματικές πιθανότητες να βρει ένας κρατούμενος εργασία είναι μηδαμινές, ιδίως ενόψει της γενικευμένης προκατάληψης και της παντελούς απουσίας οποιασδήποτε πολιτικής κοινωνικής επανένταξης.
Τέταρτον, το κόστος του ηλεκτρονικού συστήματος εντοπισμού (το οποίο κατά πληροφορίες είναι αρκετά υψηλό, ενδεχομένως ως και 3.000 ευρώ) βαρύνει τον κρατούμενο και μόνο κατ’ εξαίρεση, σε περίπτωση αποδεδειγμένης οικονομικής αδυναμίας, το κόστος επιβάλλεται στο δημόσιο. Με δεδομένη τη συστηματική άρνηση των δικαστικών αρχών να αναγνωρίζουν την οικονομική αδυναμία των κατηγορουμένων –ιδίως ενόψει της δυσχερούς δημοσιονομικής συγκυρίας– είναι μάλλον βέβαιο ότι θα είναι εξαιρετικά λίγες οι περιπτώσεις στις οποίες θα αποδοθεί στο δημόσιο το κόστος της ηλεκτρονικής επιτήρησης, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μία σαφής ταξική διάκριση μεταξύ των κρατουμένων.
Πέμπτον, όλες οι τεχνικές ρυθμίσεις της εφαρμογής και λειτουργίας του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης διατυπώνονται εξαιρετικά γενικά και προβλέπεται η εξειδίκευσή τους με Προεδρικό Διάταγμα. Με δεδομένο, ωστόσο, έναν τόσο δραστικό περιορισμό θεμελιωδών ατομικών ελευθεριών, «ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες». Με αυτή την έννοια, λοιπόν, θα πρέπει να τηρείται οπωσδήποτε ένα αυστηρότατο πλέγμα θεσμικών και διαδικαστικών εγγυήσεων.

Με βάση όλα τα παραπάνω, και πολλά άλλα που θα μπορούσε κανείς να προτείνει ως κριτική της πρότασης του Υπουργείου Δικαιοσύνης, προκύπτει μάλλον σαφώς ότι το «βραχιολάκι» –παρ’ όλο που και στο συγκεκριμένο κείμενο χρησιμοποιήθηκε ο όρος– είναι κάθε άλλο παρά «χαριτωμένο».
Ακόμα δε και αν γίνουν ορισμένες σημειακές διορθώσεις, ακόμα και αν διορθωθούν κάποιες επιμέρους ατέλειες, είναι μάλλον απαισιόδοξες οι προβλέψεις για το κατά πόσο το συγκεκριμένο μέτρο θα αποδειχθεί πραγματικά ανακουφιστικό για τους κρατούμενους. Τη στιγμή που, ως γνωστόν, η δικαιοσύνη εξαντλεί την αυστηρότητά της στους φτωχούς, με αποτέλεσμα το 60% εκείνων που τελικά καταλήγουν στη φυλακή να είναι άποροι[2], τη στιγμή που και μία μέρα σε ελληνική φυλακή ισοδυναμεί με την κόλαση του Δάντη, τη στιγμή που απουσιάζει κάθε μέριμνα –ολοκληρωμένη τουλάχιστον– για την προστασία και την επανένταξη των κρατουμένων, κανένα «βραχιολάκι» ή άλλο …κόσμημα δεν μπορεί να δώσει λύση, χωρίς μία ριζοσπαστική αναμόρφωση και του ποινικού και του σωφρονιστικού συστήματος.



[2] Στοιχεία του Υπουργείου Δικαιοσύνης (Ιανουάριος 2012).

1 σχόλιο: